Η ταυτότητα των Κυπρίων
ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
Ιδεολογία, γλώσσα και ταυτότητα
Του Στέφανου Κωνσταντινίδη
Η αγγλική αποικιοκρατία αντιμετώπισε με καχυποψία την ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης των Κυπρίων και προσπάθησε να εισαγάγει στη θέση της ελληνικότητας μια διαφορετική ιδεολογία, αυτή του κυπριωτισμού. Η ιδεολογία αυτή καλλιεργήθηκε από πολύ νωρίς μέσα από την αγγλόφωνη εκπαίδευση, την προσπάθεια ελέγχου γενικότερα της εκπαίδευσης και τη συνεργασία με ορισμένα στοιχεία της μεταπρατικής κυπριακής αστικής τάξης. Οι προσπάθειες αυτές της αγγλικής αποικιοκρατίας εντάθηκαν μετά την εξέγερση του 1931 και ειδικά από τον Βρετανό κυβερνήτη Sir Ronald Storrs. Όπως έγραψε ο κομμουνιστής ηγέτης Πλουτής Σέρβας «βασικός του στόχος ήταν να δώσει σάρκα και οστά στο παλιό όνειρο των αποικιοκρατών, να απομακρύνει τους Κυπρίους από τον ελληνικό εθνισμό». Ο Σέρβας τονίζει επίσης πως οι ψευδαισθήσεις αυτές των Βρετανών προέρχονταν και «από τις στάσεις που παρουσίαζε η άρχουσα τάξη και τις κολακείες με τις οποίες περιέβαλλαν τον Storrs στα αστικά σαλόνια». Η προσπάθεια της βρετανικής αποικιοκρατίας απέτυχε αλλά ο κυπριωτισμός ως ιδεολογία έκανε ξανά την εμφάνισή του με την ανεξαρτησία και ιδίως μέσα στο κλίμα της καταστροφής του 1974. Η νεοκυπριακή ιδεολογία αν και υποχώρησε στις δεκαετίες που ακολούθησαν, υποβόσκει ακόμη και σήμερα. Κάποιοι διανοούμενοι από τον ελλαδικό χώρο την έχουν κατ’ επανάληψη υποδαυλίσει και έδωσαν στήριξη στα νεοκυπριακά στοιχεία. Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις των Αντώνη Λιάκου, Νίκου Μουζέλη, Άννας Φραγκουδάκη και άλλων. Στόχος του νεοκυπριωτισμού είναι η δημιουργία κυπριακής ταυτότητας αποκομμένης από την ελληνικότητα, με την ψευδαίσθηση ότι κάτι τέτοιο θα υποβοηθούσε σε λύση του Κυπριακού και συνύπαρξη με τους Τουρκοκύπριους. Για τον σκοπό αυτό κάποιοι προσπάθησαν να αναβαθμίσουν και την κυπριακή διάλεκτο σε γλώσσα. Στις μέρες μας η νεοκυπριακή ιδεολογία συντηρείται από στοιχεία της μεταπρατικής αστικής τάξης και νεοφιλελεύθερους διανοουμένους μερικοί από τους οποίους έχουν μάλιστα θητεύσει και στην Αριστερά. Στον ελλαδικό χώρο οι θεωρητικοί του νεοκυπριωτισμού προέρχονται κατά κύριο λόγο από τον χώρο του σημιτικού «εκσυγχρονισμού». Η ταυτότητα όμως ενός λαού είναι το αποτέλεσμα μακρόχρονων κοινωνικών διεργασιών και δεν διαμορφώνεται εργαστηριακά σε κάποιο θερμοκήπιο.
Εξάλλου η κυπριακότητα, μια μορφή κυπριακής ιδιαιτερότητας, δεν είναι τίποτε περισσότερο απ’ ό,τι η κρητικότητα, η ηπειρωτικότητα και οποιαδήποτε άλλη ελληνική τοπικότητα. Η δε κυπριακή διάλεκτος είναι μια από τις πολλαπλές ελληνικές διαλέκτους και όπως και όλες οι άλλες, τείνει να εξαφανιστεί με την ομοιογενοποίηση της ελληνικής γλώσσας. Είναι όμως θεμιτή και η χρήση και η μελέτη της. Δεν απειλεί την ελληνικότητα, τη συμπληρώνει. Εκείνο που δεν είναι θεμιτό είναι η ιδεολογική της χρήση. Άλλωστε μετά τον Βασίλη Μιχαηλίδη οι περισσότεροι που την χρησιμοποίησαν στη λογοτεχνική τους παραγωγή, ακόμη και ο ίδιος ο Λιπέρτης, χρησιμοποιούν ουσιαστικά μια τεχνητή κυπριακή διάλεκτο. Οι μόνοι που χρησιμοποιούν ως ένα σημείο τη ζωντανή κυπριακή διάλεκτο είναι οι ποιητάρηδες της εποχής της Αγγλοκρατίας.
Τέλος η εκστρατεία που ξεκίνησε με αφορμή την Ιστορία της Νεότερης Κυπριακής Λογοτεχνίας των Γιώργου Κεχαγιόγλου και Λευτέρη Παπαλεοντίου και που απαξιώνει τον όρο «Κυπριακή Λογοτεχνία» και κατ’ επέκταση παρόμοιους όρους όπως «Κυπριακή Ιστορία» και άλλα παραπλήσια ως υπόσκαψη της ελληνικότητας, είναι μια αντίληψη χωρίς επιστημολογικό υπόβαθρο. Εδώ αναφέρομαι μόνο στον όρο αυτό και όχι αξιολογικά στο όλον έργο. Και ο όρος Κυπριακή Λογοτεχνία τίποτε δεν αφαιρεί από την ελληνικότητα της λογοτεχνίας αυτής όπως τίποτε δεν αφαιρέθηκε από την ελληνικότητα της ποίησης του Σολωμού επειδή κατατάχτηκε στην Επτανησιακή Σχολή ή από αυτήν του Καβάφη επειδή ανήκε στην Αλεξανδρινή Λογοτεχνία. Άλλωστε το επιμέρους -Κυπριακή, Αλεξανδρινή κ.λπ.- δεν αντιμάχεται το ευρύτερο που είναι η Νεοελληνική Λογοτεχνία στην όποια ανήκουν και ο Σολωμός και ο Καβάφης και ο Βασίλης Μιχαηλίδης. Ούτε είναι σοβαρό να λέγεται -δεν έχει επιστημολογική νομιμοποίηση- ότι ο όρος Κυπριακή Λογοτεχνία είναι ιδεολογική κατασκευή. Προσβάλλει τη νοημοσύνη και τον πατριωτισμό των πιο σημαντικών κυπρίων δημιουργών που χρησιμοποιούν τον όρο αυτό και τη μνήμη αυτών που δεν ζούνε πια και που επίσης τον χρησιμοποιούσαν χωρίς να απαξιώνουν το ελληνικό υπόβαθρό του.
*Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ε-mail stephanos.constantinides@gmail.com
ΠΗΓΗ : Ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ 04/03/2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου