Περί της κυπριακής διαλέκτου
Διάβασα στην εφ. Ο Φιλελεύθερος (ημ. 25.3.2012) ένα κείμενο του κ. Γεώργιου Ξενή με τίτλο «Κυπριακή διάλεκτος: χρήση και νεοκυπριακή παράχρηση». Δεν πρόκειται να σχολιάσω τη θέση του αρθρογράφου έναντι της κυπριακής διαλέκτου, την οποία, ωστόσο, φαίνεται να αγνοεί. Οι απόψεις τις οποίες διατυπώνει δε με βρίσκουν σύμφωνο, όμως καθόλου δε με ενοχλούν, γι’ αυτό και δεν τις σχολιάζω. Εκείνο που ενοχλεί (και αυτό σχολιάζω) είναι ο τρόπος με τον οποίο ο αρθρογράφος διατυπώνει τις απόψεις του, ιδιαίτερα επί θεμάτων για τα οποία ο ίδιος δεν είναι ενημερωμένος. Βέβαια, το γεγονός ότι αρθρογραφεί σε μια εφημερίδα δεν του επιτρέπει να τεκμηριώσει βιβλιογραφικά τις απόψεις του, οι οποίες στο τέλος παραμένουν μετέωρες, με κίνδυνο ο επαρκής αναγνώστης να θεωρήσει αυθαίρετες.
Ο ισχυρισμός, αίφνης, του κ. Ξενή «ότι η ίδια η Νεοελληνική Κοινή ξεκίνησε ως πελοποννησιακή - επτανησιακή διάλεκτος» είναι πολύ ενδιαφέρων, πλην άγνωστος, νομίζω, στη βιβλιογραφία. Ο Ν. Π. Ανδριώτης, Ιστορία της ελληνικής γλώσσας, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 98 είναι κατηγορηματικός: «Σήμερα είναι πια γενική πεποίθηση ότι η νέα μας γλώσσα είναι μια εξελικτική φάση της Κοινής των ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων (…) Όλες οι νεοελληνικές διάλεκτοι και όλες οι τοπικές παραλλαγές της νεοελληνικής κοινής συνθέτουν τη σημερινή νεοελληνική γλώσσα».
Ο αρθρογράφος ισχυρίζεται ότι καταβάλλεται στις μέρες μας προσπάθεια να δημιουργηθεί «ένα επίσημο σύστημα γραφής, το οποίο θα περιλαμβάνει ένα ιδιαίτερο αλφάβητο, καθώς και σταθερές ορθογραφικές συμβάσεις. Το αλφάβητο αυτό θα πρέπει να περιέχει και σύμβολα που απουσιάζουν από το ελληνικό αλφάβητο. (…) Μάλιστα υπάρχει η τάση στους νεοκυπριακούς κύκλους να προκρίνεται τέτοια ορθογραφική σύμβαση που θα συσκοτίζει την ετυμολογία της λέξης, ώστε να μην μπορεί να γίνει ορατή η ελληνική της ρίζα» (!). Με κανένα τρόπο δε θα επιθυμούσα να καταστώ απολογητής των αποκαλούμενων εδώ νεοκυπριακών κύκλων (δεν έχουν όνομα;). Οφείλω, ωστόσο, να υπενθυμίσω ότι η αρχή της αναζήτησης ενός αλφαβήτου απόδοσης της κυπριακής διαλέκτου ανάγεται στα τέλη του 19ου αιώνα [η προφορά του χ πριν από το e και i ως š (χέρι - šέρι) παρατηρήθηκε ήδη από τον Α. Thumb, Grammatik (1915), σ. 80]. και συνεχίζεται αργότερα με τους κορυφαίους γλωσσολόγους μας Σ. Μενάρδο, Χρ. Γ. Παντελίδη, Κυρ. Χατζηιωάννου, Π. Αναγνωστόπουλο, Ν. Χ. Κονομή, Νικ. Κοντοσόπουλο, Θ. Παπαδόπουλλο, Κ. Πιλαβάκη, ακόμη και το Μ. Ν. Χριστοδούλου, ο οποίος εκτελούσε χρέη γραμματέα μιας ad hoc επιτροπής από καθηγητές πανεπιστημίου, γλωσσολόγους, κυπριολόγους κ.ά., την οποία συνέστησε το 1962 ο αείμνηστος Κ. Σπυριδάκις για το σκοπό αυτό. Το κυπριακό αυτό αλφάβητο ακολουθείται έκτοτε πιστά από το Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, καθώς και από άλλα ακαδημαϊκα ιδρύματα και οργανισμούς, για καθαρά επιστημονικούς λόγους και, οπωσδήποτε, όχι για εξυπηρέτηση οποιωνδήποτε πονηρών ή άλλων σκοπών.
Το ότι οι ερευνητές και μελετητές της κυπριακής διαλέκτου, όπως και οποιασδήποτε άλλης γλώσσας, ιδιώματος ή διαλέκτου, «επιδιώκουν να δώσουν στην κυπριακή ένα πλουσιότερο λεξιλόγιο, με την ανάσυρση λέξεων που εν τω μεταξύ περιέπεσαν σε αχρηστία από τη διάλεκτο των μακαριστών πάππων και προπάππων μας και συντάσσουν λεξικά, γραμματικές, συντακτικά» [τελοσπάντων, ποιους ακριβώς εννοεί εδώ ο αρθρογράφος;] δεν πρέπει ν’ ανησυχεί κανένα, αλλά προσδίδει κύρος και τιμή σ’ όσους εργάζονται άοκνα για το σκοπό αυτό, χωρίς παχυλούς μισθούς και επιδόματα. Μπράβο τους! Θα ανησυχούσαμε αν συνέβαινε το αντίθετο. Αλίμονο αν δεν υπήρχε φροντίδα για τη σύνταξη ενός χρηστικού λεξικού της διαχρονίας της κυπριακής διαλέκτου και αν οι επιστήμονές μας επέτρεπαν να χαθεί άπαξ διαπαντός ο πλούτος της διαλέκτου μας, που αποτελεί πραγματικό θησαυρό, τον οποίο οφείλουμε να διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού. Προσωπικά είμαι περήφανος για τη δουλειά που επιτέλεσα στον τομέα της λεξικογραφίας και τιμώ τη μνήμη προγενέστερών μου σκαπανέων της κυπριακής διαλέκτου (Α. Σακελλαρίου, Σ. Μενάρδου, Ξ. Φαρμακίδη, Γ. Λουκά, Κυρ. Χατζηιωάννου κ.ά.), που αξιώνουν τον εκ μέρους μας σεβασμό και την εκτίμηση, και όχι ειρωνικά σχόλια. Τον κ. Ξενή ουδόλως απαλλάσσει των ευθυνών του έναντι όσων μοχθούν για την καταξίωση της κυπριακής διαλέκτου η γενική και, σε τελευταία ανάλυση, αντιφατική του δήλωση ότι «πρέπει να τονιστεί ότι η επιστημονική μελέτη της διαλέκτου μας, όπως και όλων των άλλων ελληνικών διαλέκτων, είναι εγχείρημα αξιέπαινο». Αυτοί που μελετούν επιστημονικά τη διάλεκτό μας και ετοιμάζουν λεξικά, γραμματικές και συντακτικά είναι αυτοί εναντίον των οποίων ο αρθρογράφος στρέφει τα πυρά του, ειρωνεύεται και «ελαφρά τη καρδία» αποκαλεί νεοκύπριους.
Δε σχολιάζω τη σημείωση του κ. Ξενή ότι «στις άλλες διαλεκτικές περιοχές του ελληνισμού κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει», γιατί ο κ. Ξενής ως πανεπιστημιακός μπορεί, αν θέλει, να ερευνήσει και έτσι να μην αγνοεί ότι υπάρχουν δεκάδες λεξικά και γλωσσάρια για τις νεοελληνικές διαλέκτους (Κρήτη, Ρόδος, Ζάκυνθος, Κέρκυρα, Κάρπαθος, Πόντος, Καππαδοκία κ.ά.). Η Κύπρος δεν μπορεί να υστερεί στον τομέα αυτό.
Κ. Γιαγκουλλής
26.3.2012
1 σχόλιο:
Είδα με αρκετή καθυστέρηση αυτή την εξαιρετική απάντηση.
Εάν θα ήθελε ο κ. Γιαγκουλλής να μπει στον κόπο, θα ήμουν περίεργος να άκουγα ένα σχόλιο για τον ισχυρισμό που διατυπώνεται στην αρχή του άρθρου τού κ. Ξενή, ότι υφίσταται "χωριστός κλάδος στην κοινωνιογλωσσολογία υπό τον τίτλο «γλώσσα και ταυτότητα»". Είναι ακριβής ο ισχυρισμός αυτός;
Δημοσίευση σχολίου