ΑΝΤΙ ΔΙΑΛΟΓΟΥ, Ο ΑΥΤΟΘΑΥΜΑΣΜΟΣ!
Το πουλλίν το σιεζαρίδιν όπου πάει το κωλίν του παίρνει το!
Το κείμενο του κ. Αλέξανδρου Γεωργίου (στο εξής A.Γ) με τίτλο «Αντί διαλόγου, ύβρεις» (εφ. Πολίτης, ημ. 29 Απριλίου 2012) πολύ με εξέπληξε. Ο τίτλος που δόθηκε στο κείμενο είναι τουλάχιστον ατυχής. Ένας άλλος τίτλος, όπως π.χ. «Αντί διαλόγου, ο αυτοθαυμασμός!», θα ανταποκρινόταν, ίσως, πληρέστερα στην «εργολαβική», όπως φαίνεται, προσπάθεια του συγγραφέα του να συνοψίσει τις απόψεις του κ. Γεωργίου Α. Ξενή για την Κυπριακή Ελληνική ως ποικιλία (διάλεκτο) της ελληνικής γλώσσας που ομιλείται στην Κύπρο. Προς τι όμως η συνόψιση αυτή και υπό ποια ιδιότητα την κάνει ένας «άγνωστος» τρίτος και όχι ο ίδιος ο κ. Ξενής, αν έκρινε, βέβαια, ο ίδιος σκόπιμο να την κάνει, υπό το φως της αποτυχίας του να πείσει με τις διατυπωθείσες ως τώρα απόψεις του; Και τι συνόψιση είναι αυτή, η οποία, σε τελευταία ανάλυση, επί μερικών σημείων, είναι εκτενέστερη και από το συνοψισμένο κείμενο του κ. Ξενή που δημοσιεύτηκε στον Τύπο; Προς τι, επίσης, η βιβλιογραφία (N. Chomsky, R. Greenberg, L. Hjelmslev), τη στιγμή που, εξ όσων έχω υπόψη μου, ο ίδιος ο κ. Ξενής ποτέ δεν επικαλέστηκε τη βιβλιογραφία αυτή; Δεν πέρασε από το μυαλό του κ. Α. Γ. ότι η ενέργειά του αυτή είναι δυνατόν να εκθέτει τον κ. Ξενή παρά να τον ενισχύει από την παράλειψή του να το κάνει ο ίδιος;
Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων, ο επαρκής αναγνώστης δεν μπορεί παρά να εικάσει ότι ο κ. Α Γ. α) ενεργεί, ίσως, καθ’ υπόδειξη τρίτου ή β) δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο, με την έννοια ότι το κείμενο γράφτηκε, ίσως, από κάποιον άλλο.
Οι πιο πάνω εικασίες ενισχύονται, πολύ ή λίγο, από τις εξής επιμέρους παρατηρήσεις:
Α) Ο κ. Α.Γ. (λυπούμαι που δεν τον γνωρίζω) αναφέρεται, αφενός, στον αποστολέα της ανοικτής επιστολής που δημοσιεύτηκε στον Πολίτη (ημ.22 Απρ. 2012) ως «άγνωστων επιστημονικών και πραγματικών στοιχείων», και στον αποδέκτη, αφετέρου, δηλ. «τον αναπληρωτή καθηγητή του Πανεπιστημίου Κύπρου κ. Γεώργιο Ξενή». Από τη μια, λοιπόν, ο Νεόφυτος Επιφανείου (sic), που ως επιστήμονας είναι άγνωστος, όπως, άλλωστε, άγνωστα είναι και τα υπόλοιπα στοιχεία που συγκροτούν το C.V. του, όπως, τουλάχιστον, ισχυρίζεται ο κ. Α.Γ., ενώ από την άλλη έχουμε ενώπιόν μας έναν Αναπλ. Καθηγητή του Πανεπιστημίου Κύπρου, τον κ. Ξενή, ένα «διεθνώς καταξιωμένο επιστήμονα και προσφάτως βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών!» Εν άλλοις λόγοις, από πού ως τα πού ο κ. Επιφανείου (sic) τολμά να αρθρώσει λόγο για ένα τόσο σημαντικό θέμα και προπάντων να τα βάλει με τον κ. Ξενή! Αυτό μου θυμίζει τον «Ανώνυμο» που, θέλοντας να κακίσει την τόλμη του κ. Κ. Γιαγκουλλή να διαφωνήσει με τον κ. Ξενή για τις προκλητικές απόψεις που διατύπωσε για τους μελετητές της Κυπριακής διαλέκτου, έγραψε: «Ο κ. Γιαγκουλλής (…) διεγείρει θυμηδία το ότι «διορθώνει» τον Καθ. κ. Ξενή»! Αν, λοιπόν, ο κ. Επιφανείου (sic) κακώς τολμά να καταθέσει την άποψή του για θέματα γλώσσας, αφού είναι «άγνωστων επιστημονικών και πραγματικών στοιχείων», τότε, mutatis mutandis, και ο κ. Α.Γ. (αν είναι υπαρκτό, όπως εύχομαι, πρόσωπο), κακώς παρεμβαίνει σε μια επιστημονική συζήτηση που δεν τον αφορά, κυρίως γιατί και ο ίδιος, όπως φαίνεται, είναι «άγνωστων επιστημονικών και πραγματικών στοιχείων»! Αν όμως ο κ. Α.Γ. δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο, αλλά ένα alter ego κάποιου άλλου (αλήθεια, ποιου;) τότε τα πράγματα αλλάζουν και δε μου πέφτει λόγος για το τεραστίων ηθικών διαστάσεων θέμα που εγείρεται και που πρέπει να διερευνηθεί και να συζητηθεί.
Β) Ο κ. Α. Γ. (ενδιαφέρομαι να μάθω περισσότερα γι’ αυτόν) ισχυρίζεται ότι ο κ. Επιφανείου (sic) χρησιμοποιεί «ένα ψευτοκουλτουριάρικο και εν πολλοίς ακατανόητο ύφος» και «αποδίδει ιδέες στον κ. Ξενή που ποτέ δεν υποστήριξε (λ.χ. ότι η κυπριακή διάλεκτος είναι κίνδυνος για την ελληνική γλώσσα!)» Φαίνεται ότι ο κ. Α.Γ. δε διάβασε τις δημοσιευθείσες επιστολές του κ. Ξενή για την κυπριακή διάλεκτο και τους μελετητές της ή προσπαθεί να συσκοτίσει εκ των υστέρων τα πράγματα και να θολώσει τεχνηέντως το τοπίο. Βέβαια, η ασάφεια και το «ακατανόητο ύφος» είναι τα χαρακτηριστικά του κ. Ξενή, διαφορετικά, αν ήταν εξαρχής σαφής («σοφών το σαφές»), η ανάγκη παρέμβασης του κ. Γεωργίου για να διευκρινίσει και να συνοψίσει εκ των υστέρων τις απόψεις του κ. Ξενή θα ήταν αχρείαστη και περιττή και δε θα έδινε λαβή για εκ διαμέτρου αντίθετες ερμηνείες. Ο όρος Νεοελληνική Κοινή είναι πολυσήμαντος, ο κ. Ξενής όμως δε διευκρινίζει με ποια σημασία τον χρησιμοποιεί, με αποτέλεσμα άλλα να εννοεί αυτός και άλλα οι συνομιλητές του. Σήμερα με τον όρο αυτό τίποτε άλλο δεν εννοούμε παρά τη Νεοελληνική γλώσσα (Γ. Μπαμπινιώτης, εφ. Το Βήμα, ημ. 5.12.1999).
Γ) Ο κ. Α.Γ. (αλήθεια, ποιος είναι;) επαναλαμβάνει, σχεδόν αντιγράφει, τον κ. Ξενή σε ό,τι αφορά τους λεγόμενους Νεοκύπριους, οι οποίοι αποκαλούνται «κυπροσοβινιστές», «εθνικιστές» κ.ά., χωρίς όμως να κατονομάζονται! Αυτό είναι απαράδεχτο! Δεν μπορείς να κινδυνολογείς, να αναστατώνεις, να διεγείρεις και να προκαλείς το δημόσιο αίσθημα μιλώντας γενικά και αόριστα. «Ορθότατα», γράφει ο κ. Α.Γ., «ο κ. Ξενής περιγράφει την ιδεολογική τάση και δεν κατονομάζει πρόσωπα: η προσωποποίηση της συζήτησης και η στοχοποίηση συμπολιτών μας είναι από τα θλιβερά στοιχεία του δημόσιου λόγου της Κύπρου». Δηλαδή ο κ. Ξενής, όπως μας εξηγείται εδώ και εφόσον τον εκφράζει ορθά και κατ’ εξουσιοδότηση ο κ. Α.Γ., δε λέει τα πράγματα με το όνομά τους και δε βάζει πρόσωπα και πράγματα στη θέση τους. Μιλά γενικά και αόριστα, χωρίς να κατονομάζει κανέναν, απλώς για να τον προσέχουμε και για να επιβεβαιώνουμε την παρουσία του.
Δ) Κοινός στόχος τόσο του κ. Α.Γ. όσο και του κ. Γεωργίου Α. Ξενή είναι, μεταξύ άλλων, η πολεμική εναντίον της Ιστορίας της Νεότερης Κυπριακής Λογοτεχνίας των Γ. Κεχαγιόγλου - Λ. Παπαλεοντίου (εδώ κατ’ εξαίρεση κατονομάζονται πρόσωπα!). Ενώ όμως ο κ. Α.Γ. σημειώνει με έμφαση ότι ο κ. Γεώργιος Α. Ξενής είναι «προσφάτως βραβευμένος από την Ακαδημία Αθηνών», όλως περιέργως αποσιωπά το γεγονός ότι οι Γ. Κεχαγιόγλου - Λ. Παπαλεοντίου (εκτός από… Νεοκύπριοι! – έτσι τους βάφτισε ο καθηγητής Π. Βουτουρής) είναι προσφάτως βραβευμένοι τόσο από την Ακαδημία Αθηνών όσο και από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού. Κατά τα άλλα μιλούμε για επιστημονικό διάλογο!
Ε) Τελειώνοντας θα ήθελα να υποδείξω στον κ. Α.Γ, που τόσο κόπτεται -και καλά κάνει- για την Κοινή Νεοελλληνική (γρ. Νεοελληνική γλώσσα), ότι τα εξής χωρία από το κείμενό του δεν αποτελούν καλά ελληνικά: α) «Εκτός από αυτά η επιστολή αποδίδει ιδέες στον κ. Ξενή που ποτέ δεν υποστήριξε ή παρουσιάζει ως δικές της ιδέες που ήδη υποστήριξε ο κ. Ξενής». β) «Τους είναι αρεστό να κάνουν ad hominem επιθέσεις, όπως είναι ο αρθρογράφος της ανοικτής επιστολής».
Επειδή ο κ. Ξενής βάζει τελεία και παύλα στην περαιτέρω συζήτηση με τον υποφαινόμενο, θα ήθελα να του στείλω τα χαιρετίσματά μου. Πολύ θα μου λείψει! Όσο για το εξής αρχαίο χωρίο που χρησιμοποιεί ως τίτλο, καλό θα ήταν αν δήλωνε ότι ανήκει στον Πίνδαρο (Ν.7.105): Ταυτά δε τρις τετράκι τ’ αμπολείν / απορία τελέθει. Προσωπικά εμπιστεύομαι και τη δίολη ή δίπουρκη και την τρίολη καλλιέργεια της γης (και της σκέψης), ακόμα και το απλό νιατίν και την καλουρκάν, φτάνει να είναι «βαθκιά». Όντως, όμως, τα πολλά λόγια έν’ φτώσεια!
Κ. Γιαγκουλλής
1 Μαΐου 2012
Το πουλλίν το σιεζαρίδιν όπου πάει το κωλίν του παίρνει το!
Το κείμενο του κ. Αλέξανδρου Γεωργίου (στο εξής A.Γ) με τίτλο «Αντί διαλόγου, ύβρεις» (εφ. Πολίτης, ημ. 29 Απριλίου 2012) πολύ με εξέπληξε. Ο τίτλος που δόθηκε στο κείμενο είναι τουλάχιστον ατυχής. Ένας άλλος τίτλος, όπως π.χ. «Αντί διαλόγου, ο αυτοθαυμασμός!», θα ανταποκρινόταν, ίσως, πληρέστερα στην «εργολαβική», όπως φαίνεται, προσπάθεια του συγγραφέα του να συνοψίσει τις απόψεις του κ. Γεωργίου Α. Ξενή για την Κυπριακή Ελληνική ως ποικιλία (διάλεκτο) της ελληνικής γλώσσας που ομιλείται στην Κύπρο. Προς τι όμως η συνόψιση αυτή και υπό ποια ιδιότητα την κάνει ένας «άγνωστος» τρίτος και όχι ο ίδιος ο κ. Ξενής, αν έκρινε, βέβαια, ο ίδιος σκόπιμο να την κάνει, υπό το φως της αποτυχίας του να πείσει με τις διατυπωθείσες ως τώρα απόψεις του; Και τι συνόψιση είναι αυτή, η οποία, σε τελευταία ανάλυση, επί μερικών σημείων, είναι εκτενέστερη και από το συνοψισμένο κείμενο του κ. Ξενή που δημοσιεύτηκε στον Τύπο; Προς τι, επίσης, η βιβλιογραφία (N. Chomsky, R. Greenberg, L. Hjelmslev), τη στιγμή που, εξ όσων έχω υπόψη μου, ο ίδιος ο κ. Ξενής ποτέ δεν επικαλέστηκε τη βιβλιογραφία αυτή; Δεν πέρασε από το μυαλό του κ. Α. Γ. ότι η ενέργειά του αυτή είναι δυνατόν να εκθέτει τον κ. Ξενή παρά να τον ενισχύει από την παράλειψή του να το κάνει ο ίδιος;
Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων, ο επαρκής αναγνώστης δεν μπορεί παρά να εικάσει ότι ο κ. Α Γ. α) ενεργεί, ίσως, καθ’ υπόδειξη τρίτου ή β) δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο, με την έννοια ότι το κείμενο γράφτηκε, ίσως, από κάποιον άλλο.
Οι πιο πάνω εικασίες ενισχύονται, πολύ ή λίγο, από τις εξής επιμέρους παρατηρήσεις:
Α) Ο κ. Α.Γ. (λυπούμαι που δεν τον γνωρίζω) αναφέρεται, αφενός, στον αποστολέα της ανοικτής επιστολής που δημοσιεύτηκε στον Πολίτη (ημ.22 Απρ. 2012) ως «άγνωστων επιστημονικών και πραγματικών στοιχείων», και στον αποδέκτη, αφετέρου, δηλ. «τον αναπληρωτή καθηγητή του Πανεπιστημίου Κύπρου κ. Γεώργιο Ξενή». Από τη μια, λοιπόν, ο Νεόφυτος Επιφανείου (sic), που ως επιστήμονας είναι άγνωστος, όπως, άλλωστε, άγνωστα είναι και τα υπόλοιπα στοιχεία που συγκροτούν το C.V. του, όπως, τουλάχιστον, ισχυρίζεται ο κ. Α.Γ., ενώ από την άλλη έχουμε ενώπιόν μας έναν Αναπλ. Καθηγητή του Πανεπιστημίου Κύπρου, τον κ. Ξενή, ένα «διεθνώς καταξιωμένο επιστήμονα και προσφάτως βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών!» Εν άλλοις λόγοις, από πού ως τα πού ο κ. Επιφανείου (sic) τολμά να αρθρώσει λόγο για ένα τόσο σημαντικό θέμα και προπάντων να τα βάλει με τον κ. Ξενή! Αυτό μου θυμίζει τον «Ανώνυμο» που, θέλοντας να κακίσει την τόλμη του κ. Κ. Γιαγκουλλή να διαφωνήσει με τον κ. Ξενή για τις προκλητικές απόψεις που διατύπωσε για τους μελετητές της Κυπριακής διαλέκτου, έγραψε: «Ο κ. Γιαγκουλλής (…) διεγείρει θυμηδία το ότι «διορθώνει» τον Καθ. κ. Ξενή»! Αν, λοιπόν, ο κ. Επιφανείου (sic) κακώς τολμά να καταθέσει την άποψή του για θέματα γλώσσας, αφού είναι «άγνωστων επιστημονικών και πραγματικών στοιχείων», τότε, mutatis mutandis, και ο κ. Α.Γ. (αν είναι υπαρκτό, όπως εύχομαι, πρόσωπο), κακώς παρεμβαίνει σε μια επιστημονική συζήτηση που δεν τον αφορά, κυρίως γιατί και ο ίδιος, όπως φαίνεται, είναι «άγνωστων επιστημονικών και πραγματικών στοιχείων»! Αν όμως ο κ. Α.Γ. δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο, αλλά ένα alter ego κάποιου άλλου (αλήθεια, ποιου;) τότε τα πράγματα αλλάζουν και δε μου πέφτει λόγος για το τεραστίων ηθικών διαστάσεων θέμα που εγείρεται και που πρέπει να διερευνηθεί και να συζητηθεί.
Β) Ο κ. Α. Γ. (ενδιαφέρομαι να μάθω περισσότερα γι’ αυτόν) ισχυρίζεται ότι ο κ. Επιφανείου (sic) χρησιμοποιεί «ένα ψευτοκουλτουριάρικο και εν πολλοίς ακατανόητο ύφος» και «αποδίδει ιδέες στον κ. Ξενή που ποτέ δεν υποστήριξε (λ.χ. ότι η κυπριακή διάλεκτος είναι κίνδυνος για την ελληνική γλώσσα!)» Φαίνεται ότι ο κ. Α.Γ. δε διάβασε τις δημοσιευθείσες επιστολές του κ. Ξενή για την κυπριακή διάλεκτο και τους μελετητές της ή προσπαθεί να συσκοτίσει εκ των υστέρων τα πράγματα και να θολώσει τεχνηέντως το τοπίο. Βέβαια, η ασάφεια και το «ακατανόητο ύφος» είναι τα χαρακτηριστικά του κ. Ξενή, διαφορετικά, αν ήταν εξαρχής σαφής («σοφών το σαφές»), η ανάγκη παρέμβασης του κ. Γεωργίου για να διευκρινίσει και να συνοψίσει εκ των υστέρων τις απόψεις του κ. Ξενή θα ήταν αχρείαστη και περιττή και δε θα έδινε λαβή για εκ διαμέτρου αντίθετες ερμηνείες. Ο όρος Νεοελληνική Κοινή είναι πολυσήμαντος, ο κ. Ξενής όμως δε διευκρινίζει με ποια σημασία τον χρησιμοποιεί, με αποτέλεσμα άλλα να εννοεί αυτός και άλλα οι συνομιλητές του. Σήμερα με τον όρο αυτό τίποτε άλλο δεν εννοούμε παρά τη Νεοελληνική γλώσσα (Γ. Μπαμπινιώτης, εφ. Το Βήμα, ημ. 5.12.1999).
Γ) Ο κ. Α.Γ. (αλήθεια, ποιος είναι;) επαναλαμβάνει, σχεδόν αντιγράφει, τον κ. Ξενή σε ό,τι αφορά τους λεγόμενους Νεοκύπριους, οι οποίοι αποκαλούνται «κυπροσοβινιστές», «εθνικιστές» κ.ά., χωρίς όμως να κατονομάζονται! Αυτό είναι απαράδεχτο! Δεν μπορείς να κινδυνολογείς, να αναστατώνεις, να διεγείρεις και να προκαλείς το δημόσιο αίσθημα μιλώντας γενικά και αόριστα. «Ορθότατα», γράφει ο κ. Α.Γ., «ο κ. Ξενής περιγράφει την ιδεολογική τάση και δεν κατονομάζει πρόσωπα: η προσωποποίηση της συζήτησης και η στοχοποίηση συμπολιτών μας είναι από τα θλιβερά στοιχεία του δημόσιου λόγου της Κύπρου». Δηλαδή ο κ. Ξενής, όπως μας εξηγείται εδώ και εφόσον τον εκφράζει ορθά και κατ’ εξουσιοδότηση ο κ. Α.Γ., δε λέει τα πράγματα με το όνομά τους και δε βάζει πρόσωπα και πράγματα στη θέση τους. Μιλά γενικά και αόριστα, χωρίς να κατονομάζει κανέναν, απλώς για να τον προσέχουμε και για να επιβεβαιώνουμε την παρουσία του.
Δ) Κοινός στόχος τόσο του κ. Α.Γ. όσο και του κ. Γεωργίου Α. Ξενή είναι, μεταξύ άλλων, η πολεμική εναντίον της Ιστορίας της Νεότερης Κυπριακής Λογοτεχνίας των Γ. Κεχαγιόγλου - Λ. Παπαλεοντίου (εδώ κατ’ εξαίρεση κατονομάζονται πρόσωπα!). Ενώ όμως ο κ. Α.Γ. σημειώνει με έμφαση ότι ο κ. Γεώργιος Α. Ξενής είναι «προσφάτως βραβευμένος από την Ακαδημία Αθηνών», όλως περιέργως αποσιωπά το γεγονός ότι οι Γ. Κεχαγιόγλου - Λ. Παπαλεοντίου (εκτός από… Νεοκύπριοι! – έτσι τους βάφτισε ο καθηγητής Π. Βουτουρής) είναι προσφάτως βραβευμένοι τόσο από την Ακαδημία Αθηνών όσο και από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού. Κατά τα άλλα μιλούμε για επιστημονικό διάλογο!
Ε) Τελειώνοντας θα ήθελα να υποδείξω στον κ. Α.Γ, που τόσο κόπτεται -και καλά κάνει- για την Κοινή Νεοελλληνική (γρ. Νεοελληνική γλώσσα), ότι τα εξής χωρία από το κείμενό του δεν αποτελούν καλά ελληνικά: α) «Εκτός από αυτά η επιστολή αποδίδει ιδέες στον κ. Ξενή που ποτέ δεν υποστήριξε ή παρουσιάζει ως δικές της ιδέες που ήδη υποστήριξε ο κ. Ξενής». β) «Τους είναι αρεστό να κάνουν ad hominem επιθέσεις, όπως είναι ο αρθρογράφος της ανοικτής επιστολής».
Επειδή ο κ. Ξενής βάζει τελεία και παύλα στην περαιτέρω συζήτηση με τον υποφαινόμενο, θα ήθελα να του στείλω τα χαιρετίσματά μου. Πολύ θα μου λείψει! Όσο για το εξής αρχαίο χωρίο που χρησιμοποιεί ως τίτλο, καλό θα ήταν αν δήλωνε ότι ανήκει στον Πίνδαρο (Ν.7.105): Ταυτά δε τρις τετράκι τ’ αμπολείν / απορία τελέθει. Προσωπικά εμπιστεύομαι και τη δίολη ή δίπουρκη και την τρίολη καλλιέργεια της γης (και της σκέψης), ακόμα και το απλό νιατίν και την καλουρκάν, φτάνει να είναι «βαθκιά». Όντως, όμως, τα πολλά λόγια έν’ φτώσεια!
Κ. Γιαγκουλλής
1 Μαΐου 2012