Δευτέρα 31 Μαρτίου 2008

9. Kυπριακή λογοτεχνία

"ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ"
'Η "ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ";

[Το κείμενο με τίτλο "Κυπριακή λογοτεχνία» ή «Νεοελληνική λογοτεχνία της Κύπρου;" που ακολουθεί δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην εφ. Ο Φιλελεύθερος (ημ. 16.5.1990). Κρίνω σκόπιμο να το αναδημοσιεύσω εδώ σχεδόν αυτούσιο, με ελάχιστες δηλ. προσθήκες και σημειώσεις, που περικλείονται σε ορθογώνιες αγκύλες [ ], γιατί φρονώ ότι μπορεί να παράσχει τροφή για συζήτηση, παρ’ όλο ότι πέρασαν δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια από την πρώτη του δημοσίευση, ενώ από τότε άλλαξαν πολλά].

Σημείωση ΜΦ: Δυστυχώς οι υποσημειώσεις δεν εμφανίζονται.


Αφορμή για τη συγγραφή του σύντομου αυτού άρθρου μου έδωσε μια σειρά κειμένων που είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας και που συζητούν τους όρους "Κυπριακή λογοτεχνία", "Νεοελληνική λογοτεχνία της Κύπρου" και "Λογοτεχνία της Κύπρου". Η τάση που διαφαίνεται από τα πιο πάνω κείμενα είναι ν' αντικατασταθεί οπωσδήποτε ο όρος "Κυπριακή λογοτεχνία" με τον προσφορότερο "Νεοελληνική λογοτεχνία της Κύπρου". Οι εισηγητές του όρου, που, ομολογώ, δεν είναι τυχαίοι αλλά σοβαροί ερευνητές και ιστορικοί της λογοτεχνίας μας, στηρίζουν την άποψή τους στα εξής:

α) Η λογοτεχνία της Κύπρου δεν είναι παρά αναπόσπαστο κομμάτι της ευρύτερης νεοελληνικής λογοτεχνίας, στα πλαίσια της οποίας και μόνο πρέπει να εξετάζεται.

β) Το επίθετο "Κυπριακή" του όρου "Κυπριακή λογοτεχνία" έχει γεωγραφική μόνο έννοια και όχι αξιολογική, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Επτανησιακής" ή της "Κρητικής" λογοτεχνίας και, ως εκ τούτου, η χρήση του όρου "Κυπριακή λογοτεχνία" αποτελεί φιλολογικό λάθος.

γ) Ο όρος "Κυπριακή λογοτεχνία" περιλαμβάνει και την Τουρκοκυπριακή λογοτεχνία και δεν μπορούμε να μιλάμε για ενιαία Κυπριακή λογοτεχνία.

δ) Η χρήση του όρου "Κυπριακή λογοτεχνία" συνηγορεί συνειδητά ή ασυνείδητα στην καλλιέργεια μιας χωριστικής τάσης στην πολιτισμική οντότητα Ελλαδιτών και Κυπρίων.

Η πιο πάνω συζήτηση για τον όρο που πρέπει να χρησιμοποιείται για την πνευματική δημιουργία των Κυπρίων στον τομέα της λογοτεχνίας μού θύμισε ένα άλλο πολυσυζητημένο και "πολυθρύλητο" θέμα, αν πρέπει να χρησιμοποιείται ή όχι από τους λογοτέχνες μας η κυπριακή διάλεκτος. Δε θα παραπέμψω εδώ στις απόψεις που ακούστηκαν για το θέμα αυτό στις αρχές του αιώνα μας, απ’ αφορμή την εισήγηση του Άγγλου Διευθυντή της Παιδείας Josiah Spencer προς τον Αποικιακό Γραμματέα Λόρδο Kimberley "όπως η αγγλική γλώσσα είναι κύριο όργανον της εκπαιδεύσεως των Ελληνοπαίδων εν Κύπρω", γιατί η προσπάθεια αυτή των Άγγλων απέβλεπε στον αφελληνισμό του νησιού και είχε στο στόχαστρό της τόσο την ελληνική γλώσσα όσο και το κυπριακό ιδίωμα, αν βασιστούμε τουλάχιστον στο ποίημα "Ρωμιός και Τζον Πουλλής" (στ. 195-206) του Βασ. Μιχαηλίδη. Μια κάποια έξαρση της "κινδυνολογίας" γύρω από τη γλώσσα μας και συγκεκριμένα την κυπριακή διάλεκτο είχαμε στα χρόνια λίγο πριν από τον εθνικό απελευθερωτικό αγώνα του 1955-59. Να θυμίσω εδώ τρεις δηλώσεις που έγιναν σχετικά με το θέμα αυτό:

α) "Το να γράφει κανείς στίχους στο τοπικό ιδίωμα αποτελεί χαμένη υπόθεση και "άσκοπη πολυτέλεια" (Γλ. Αλιθέρσης, 1949).

β) "Μα εμείς πολεμούμε τώρα αυτή την τακτική [σ.σ. εννοεί τη χρήση της διαλέκτου]. Αν κάποτε λόγοι ιστορικοί επέβαλαν τη δημιουργία κυπριακής ιδιωματικής ποίησης, σήμερα, ιστορικοί λόγοι επιβάλλουν ακριβώς το αντίθετο. Δε θέλουμε να ενισχύσουμε την προσπάθεια της Κυβέρνησης να μας παρουσιάζη σαν "ιδιάζουσαν εθνικότητα" -εμάς τους Κυπρίους- με ιδιαίτερη γλώσσα, ιδιαίτερη λογοτεχνία, ιδιαίτερες παραδόσεις κλπ." (Ν. Κρανιδιώτης, 1953).

γ) "Μήπως ο Χίτλερ, στον τελευταίο πόλεμο, δεν αποκαλύφθηκε αυτόκλητος προστάτης της λο-γοτεχνίας στις διαλέκτους της Προβηγκίας και της Βρετάνης; Ό,τι μπορούσε να διασπάσει την εθνική ενότητα της καταχτημένης Γαλλίας ήτανε καλό και συμφέρο. Κι από τους ανθρώπους του Χάρτινγκ και του Κρις όλα κανείς να τα περιμένει" (Στρ. Τσίρκας, 1957).

"Χάριν της ελληνικότητος", λοιπόν, όχι στην κυπριακή διάλεκτο! [Μερικοί μας είπαν ότι είναι μπαστάρδα και ότι τουρκοφέρνει!] Και η ελληνικότητα της Κύπρου αποδείχτηκε ότι καμιά δεν υπέστη ζημιά από τη διάλεκτο. Η ελληνικότητα της Κύπρου στα πικρά χρόνια της σκλαβιάς τραγουδήθηκε και διαλαλήθηκε κυρίως με στίχους γραμμένους στην κυπριακή διάλεκτο! Την ελληνική μας καταγωγή και συνείδηση δεν την υπέσκαψαν ούτε ο Βασ. Μιχαηλίδης, ο Δημ. Λιπέρτης, ο Π. Λιασίδης, ο Χρ. Παλαίσης, ούτε ο Κ. Μόντης, ο Μιχ. Πασιαρδής, ο Ν. Χατζηγαβριήλ, ο Λευτ. Μηλιώτης κ.ά. Όλοι αυτοί και πολλοί άλλοι καλλιέργησαν σε καιρούς δύσκολους και χαλεπούς την εθνική μας συνείδηση και μας υπέδειξαν το δρόμο του εθνικού χρέους. Τις διαχωριστικές και αποσχιστικές από τον εθνικό κορμό τάσεις άλλοι είναι που τις ενίσχυσαν και τις υπηρέτησαν με πάθος!

Και τώρα, "χάριν της ελληνικότητος" και πάλι, όχι στον όρο "Κυπριακή λογοτεχνία"! Έχω τη γνώμη ότι ο χρόνος που ηγέρθη το πρόβλημα αυτό δεν ήταν ο κατάλληλος. Θα μπορούσε, βέβαια, να παρατηρήσει κά-ποιος ότι οι προθέσεις είναι καθαρά και μόνο φιλολογικές. Οπωσδήποτε όμως υπάρχουν αναπόφευκτες πολιτικές προεκτάσεις τις οποίες επισημαίνω και οι οποίες δεν πρέπει ν’ αγνοηθούν. Οι καιροί είναι χαλεποί και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Γιατί, τηρουμένων των αναλογιών, αν είναι λάθος να μιλούμε για "Κυπριακή λογοτεχνία", είναι λάθος να μιλούμε και για "Κυπριακούς χορούς". Ο όρος "Ελληνικοί χοροί της Κύπρου " (κατά το (Νεο)ελληνική λογοτεχνία της Κύπρου), που ισοδυναμεί με το "Ελληνοκυπριακοί χοροί", είναι προσφορότερος! Τη στιγμή που εμείς φιλολογούμε και απερίσκεπτα τυρβάζουμε περί πολλά, οι Τούρκοι σφετερίζονται την πολιτιστική μας κληρονομιά , πράγμα που προσωπικά θεωρώ πιο επικίνδυνο και από το σφετερισμό της πατρώας γης, γιατί, κατά τον ποιητή, "Το χώμαν έντζε τρώεται, μήτε λαχτά να φύει!" Από καιρό ο Bayrak προβάλλει από την τηλεόραση τους Κυπριακούς χορούς ως "Τουρκοκυπριακούς χο-ρούς" (Kibris Türküleri Danslari). Το ίδιο συμβαίνει και με τα τραγούδια μας. "Τουρκοκυπριακά τραγούδια και χοροί" (Kibris Türküleri ve oyun havalari) τιτλοφορούν το βιβλίο τους οι Yilmaz Taner και Mahmut Islâmoglu. Όλα αυτά δεν αποτελούν αποκυήματα φαντασίας, αλλά γεγονότα που τα ζούμε καθημερινά. Αύριο θα μιλήσουμε και για Ελληνική Ιστορία της Κύπρου (= Ελληνoκυπριακή Ιστορία) ή Ιστορία της νότιας Κύπρου, για Ελληνική Αρχαιολογία της Κύπρου, για Ελληνική Γλώσσα και Πολιτισμό της Κύπρου, χωρίς ν’ αντιλαμβανόμαστε ότι με τους όρους αυτούς περιορίζουμε την Ιστορία, την Αρχαιολογία, τη Γλώσσα -Λογοτεχνία και Πολιτισμό μας, τα οποία αντιδιαστέλλουμε προς μιαν (ανύπαρκτη) τουρκοκυπριακή ιστορία, αρχαιολογία, λογοτεχνία κ.ά. Την εδαφική διχοτόμηση της πατρίδας μας ακολουθεί η πολιτισμική διχοτόμηση, με πρωταγωνιστές εμάς τους ίδιους! Νεοελληνική (γρ. Ελληνοκυπριακή) - Τουρκοκυπριακή, λοιπόν, ιστορία, αρχαιολογία, λογοτεχνία, πολιτισμός, αδιάφορο αν ως χτες ακόμα Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι τραγουδούσαμε και χορεύαμε μαζί, αδιάφορο αν ως χτες ακόμα πλείστοι Τουρκοκύπριοι δε γνώριζαν την τουρκική γλώσσα, αδιάφορο αν Τουρκοκύπριοι ποιητάρηδες [Μεχμέτ Μ. Αλή, Μουσταφά Γιακκούλλας, Μουσταφάς Χουλουσής] έγραφαν στα ελληνικά ή δικοί μας ποιητάρηδες έγραφαν στα ελληνικά με λατινικούς χαρακτήρες [Χ. Άζινος], για να τους διαβάζουν οι ελληνόφωνοι Τουρκοκύπριοι, αδιάφορο αν πλείστα δημοτικά μας τραγούδια καταγράφτηκαν από το Φαρμακίδη, την Αγγ. Πιερίδου κ.ά. καθ’ υπαγόρευση Τουρκοκυπρίων [Ασίμ Μουλλά Οσμάν, Ιμπραχίμ Κάζαλη, Τσελεπής Χασάν κ.ά.], αδιάφορο, τέλος, αν Ελληνοκύπριοι καραγκιοζοπαίχτες αλώνιζαν τα τουρκοκυπριακά χωριά και έδιναν παραστάσεις στα ελληνικά [Χρ. Πάφιος, Ηρ. Κισσονέργης, Α. Ιδαλίας].

Στην κοινή συνείδηση ο όρος "Κυπριακή λογοτεχνία", για να περιοριστώ μονάχα σ’ αυτήν, σημαίνει κυρίως την ελληνική λογοτεχνία της Κύπρου, και τη σημασία αυτή είχε ανέκαθεν, χωρίς αυτό ν’ αποτελεί λάθος. Από το 1878, που μας ήρθε μαζί με τους Άγγλους το πρώτο τυπογραφείο στο νησί, μέχρι το 1974, που εισέβαλαν στην πατρίδα μας οι γκρίζοι λύκοι του Αττίλα, δεν έχουμε παρά απειροελάχιστους Τουρκο-κύπριους λογοτέχνες.

Όπως έδειξα σε μια πρόσφατη εργασία μου, στην πιο πάνω περίοδο τα μόνα τουρκοκυπριακά βιβλία που εκδίδονταν ήταν κυρίως σχολικά (αριθμητική, γεωγραφία, θρησκευτικά) και καμιά σχεδόν δεν είχαν σχέση με τη λογοτεχνία. Πλείστοι Τουρκοκύπριοι μέχρι τελευταία (πριν φανατιστούν και πριν καλλιεργηθεί σ’ αυτούς το ανθελληνικό μένος) ό,τι είχαν να τυπώσουν το τύπωναν κυρίως σε δικά μας τυπογραφεία. Από το 1963 και κυρίως από το 1974 κ.ε. τα πράγματα αλλάζουν άρδην, αρνούνται ό,τι τους ένωνε με τους Ελλη-νοκύπριους, σφετερίζονται τα πάντα, τα οποία ανάγουν σ’ εθνικό επίπεδο (πάγια προσπάθεια παραμένει η κατάκτηση μιας θέσης της τουρκοκυπριακής λογοτεχνικής παραγωγής στην ευρύτερη παντουρκική), ενώ οι πηγές δηλώνουν ότι, τουλάχιστον στον τομέα του λαϊκού πολιτισμού, τα πάντα ήταν κοινά "τοις τε Μω-αμεθανοίς και τοις λοιποίς εν Κύπρω έθνεσιν".

Προσωπικά και επί του παρόντος με εκφράζει ο όρος "Κυπριακή λογοτεχνία", χωρίς να με τρομάζει ο όρος "Νεοελληνική λογοτεχνία της Κύπρου", που δέχομαι και υποστηρίζω ότι εντάσσεται στα πλαίσια της Νεοελληνικής λογοτεχνίας, όμως, νομίζω ότι δεν πρέπει να σπεύδουμε (αλήθεια, γιατί πάντα πρώτοι εμείς;) και να λαμβάνουμε υπόψη την τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα. Οι δεσμοί μας με την Ελλάδα δεν υπάρχει φόβος ν’ ατονήσουν. Συσφίγγονται μέρα με τη μέρα. Προς τι, λοιπόν, η κινδυνολογία; Από την άλλη γιατί δε μας προβληματίζει το γεγονός ότι οι μουσουλμάνοι ή οθωμανοί της Κύπρου κατόρθωσαν να μετονομαστούν σε Τουρκοκύπριους και το γεγονός η Τουρκική μειονότητα (minority) της Κύπρου κατόρθωσε μέσα σε λίγα χρόνια ν’ αναγνωριστεί ως κοινότητα (community) και τώρα, κάτω από τις ευλογίες επιτήδειων ξένων, να (αυτο)παρουσιάζεται ως λαός (people); Προς τι, λοιπόν, αυτή η σπουδή για αντικατάσταση του όρου "Κυπριακή λογοτεχνία", που αναφέρεται, σε τελευταία ανάλυση, στο σύνολο της λογοτεχνίας της Κύπρου;

Κ.Γ. Γιαγκουλλής
16.5.1990